ΟΙ ΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΙ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΜΑΣ?
Κατά την ανάθεση της άσκησης της επιμέλειας ανηλίκου τέκνου από το γράμμα του Νόμου επιβάλλεται να είναι πάνω απ’ όλα το συμφέρον του παιδιού. Πόσο συχνά όμως το υπηρετούμε? Πόσο συχνά ως δικηγόροι της μίας ή της άλλης των αντιδίκων πλευρών ενεργήσαμε με κύριο γνώμονα το αληθινό συμφέρον του παιδιού?
Σίγουρα υπάρχουν πρωτοποριακές δικαστικές αποφάσεις που εξετάζουν με πιο ορθολογικό τρόπο τις ενδοοικογενειακές διαμάχες ώστε να αξιολογήσουν τις επωφελέστερες περιστάσεις για το παιδί, συνεκτιμώντας αφ ενός τι είναι καλύτερο για την ψυχική ισορροπία του, αφ ετέρου την καταλληλότητα κάθε γονέα στον διαπαιδαγωγικό ρόλο του, καθώς και την ανάγκη του παιδιού να μην αποξενωθεί από κανέναν τους, εφόσον υπάρχει σχέση αγάπης και στοργής. Όμως στην καθημερινή πρακτική μας πόσο συχνά ως δικηγόροι αντιλαμβανόμαστε τέτοιες αποφάσεις? Η ποσόστωση δεν είναι σημαντική?
Ο Άρειος Πάγος έκρινε με νεότερη νομολογία του ότι η ιδιωτική ζωή του γονέα που π.χ. διατηρεί εξωσυζυγικές σχέσεις, δεν σημαίνει ότι έχει μειωμένη ικανότητα να αναλάβει την επιμέλεια του τέκνου του.
Ο ΑΠ με την άνω νεώτερη νομολογία του θεωρεί αδιάφορο για την ανάθεση της άσκησης της επιμέλειας το ποιος από τους συζύγους-γονείς φταίει για το διαζύγιο ή τον χωρισμό, και κρίνει σημαντική μεν, αλλά όχι και καθοριστική τη γνώμη του παιδιού για το πού θέλει να καταλήξει, αφού συχνά μπορεί να αλλάζει γνώμη κατόπιν πιέσεων κάθε γονέα, ενώ στο θέμα της διατροφής ξεκαθαρίζει ότι οι γονείς οφείλουν να παρέχουν όλα τα αναγκαία για τη διαβίωση και τις σπουδές του παιδιού, ο καθένας ανάλογα με τις οικονομικές του δυνάμεις (εισόδημα, περιουσία), χωρίς να ικανοποιούνται υπερβολικές ή παράλογες αξιώσεις.
Είναι γνωστό σε όλους μας όσους ασχολιόμαστε με το αντικείμενο είτε ως πληρεξούσιοι δικηγόροι είτε ως δικαστές ότι, οι διαμάχες για τη γονική μέριμνα, τη διατροφή και τα περιουσιακά στοιχεία οδηγούν στις σκληρότερες αντιδικίες, που πολλές φορές εμπεριέχουν αβάσιμες κατηγορίες του ενός για τον άλλον, που άλλες αποδεικνύονται και άλλες καταρρίπτονται. Ερωτικές απιστίες, ξυλοδαρμοί, χρήση ναρκωτικών, σεξουαλικές ιδιαιτερότητες κ.λπ. είναι συχνά στο «οπλοστάσιο» των ισχυρισμών που προβάλλει κάθε πλευρά εναντίον της άλλης για να πετύχει τον στόχο της. Τι γίνεται όμως όταν μέσα σε αυτήν την αιμοβόρα αρένα εισέρχονται αναγκαστικά και παιδιά?
Πάνω απ’ όλα μπαίνει, κατά τον ΑΠ, μόνο το γενικό συμφέρον του παιδιού (σωματικό, υλικό, ψυχικό, ηθικό), ενώ δεν επιτρέπεται να επηρεάσουν αυτοτελώς την κρίση του δικαστηρίου παράγοντες που σχετίζονται με το φύλο, τη φυλή, τη θρησκεία, τη γλώσσα, την κοινωνική προέλευση, την περιουσία κ.λπ. κάθε γονέα. Στα κριτήρια για το συμφέρον του παιδιού συνυπολογίζονται, πάντως, οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική ανάπτυξη και δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας, η προσωπικότητα και παιδαγωγική καταλληλότητα, οι συνθήκες κατοικίας, η οικονομική κατάσταση. Η μικρή ηλικία του παιδιού δεν έχει κυρίαρχο ρόλο για τη γενική μέριμνα, αφού μετά τη νηπιακή ηλικία παύει η σαφής βιοκοινωνική υπεροχή της μητέρας.
Ο ΑΠ με νεώτερη νομολογία του αναίρεσε εφετειακή απόφαση και ζήτησε να επανακρίνει το Εφετείο την τύχη του παιδιού, που σε οικογενειακή υπόθεση μετατράπηκε από τους αντιδίκους-γονείς σε «μπαλάκι» Έτσι κατά τον ΑΠ, το Εφετείο με την πληττομένη απόφαση του έσφαλε αποκλείοντας από την άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου της τη μητέρα λόγω της προσωπικής της ζωής, αφού είχε δεχθεί μάλιστα ότι δεν ήταν δυνατό να της προσάψει καμία μομφή για θέματα που αφορούν την προσωπική της επιλογή και ελευθερία. Η δημιουργηθείσα κατάσταση στην συναισθηματική της ζωή -έκρινε- δεν την καθιστά σε καμία περίπτωση, από μόνη της, γονέα μειωμένης ικανότητας προκειμένου να ασκήσει την επιμέλεια, στο πλαίσιο της μητρικής στοργής και αγάπης για το παιδί της.
Ορθά αποφάσισε ο Άρειος Πάγος υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες που έκρινε. ¨Όμως για την από κοινού άσκηση της επιμέλειας των τέκνων φαίνεται είναι πολύ νωρίς ακόμη για την ελληνική κοινωνία έστω και αν το επιβάλλει ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ.
Μαρία Ροκάνη
Δικηγόρος